Σήμερα Δευτέρα 30 Ιουνίου στις 7 η ώρα το απόγευμα, ομάδα 20 περίπου ατόμων από τη γνωστή φασιστική γκρούπα της «Χρυσής Αυγής» πραγματοποίησαν επίθεση στο αναρχικό-αντιεξουσιαστικό στέκι Αντίπνοια στα Κάτω Πετράλωνα. Εισβάλλοντας στο στέκι «χαιρέτισαν» φασιστικά φωνάζοντας «με τους χαιρετισμούς της Χρυσής Αυγής», και στη συνέχεια επιτέθηκαν με μαχαίρια σε δύο από τα τέσσερα άτομα που βρίσκονταν εκείνη την ώρα μέσα στο στέκι. Τους τραυμάτισαν στα πόδια και στο κεφάλι και στη συνέχεια απομακρύνθηκαν όπως ήρθαν, με μηχανές μεγάλου κυβισμού. […]”

Κείμενο του στεκιού την μέρα της επίθεσης

 

          Στις 30 Ιουνίου του 2008 το αναρχικό στέκι Αντίπνοια, στα Κάτω Πετράλωνα, δέχθηκε οργανωμένη επίθεση από 15-20 παρακρατικούς της χρυσής αυγής. Εκείνη την ώρα βρίσκονταν μέσα στο χώρο 4 άτομα που έκαναν μαθήματα Ισπανικών. Το αποτέλεσμα ήταν ο τραυματισμός, με μαχαίρι, δύο συντρόφων, ένας εκ των οποίων σοβαρά. Από την πρώτη στιγμή κιόλας, η αλληλεγγύη μας συγκίνησε, τόσο για την αμεσότητα όσο για τον όγκο της. Τα αντανακλαστικά του κόσμου του κινήματος λειτούργησαν άμεσα και έτσι πρώτη απάντηση δόθηκε την ίδια μέρα. Αργά το βράδυ πραγματοποιήθηκε αυθόρμητη πορεία προς το αστυνομικό τμήμα των Κάτω Πετραλώνων από 300 περίπου άτομα ενώ για αρκετό καιρό τόσο στο στέκι όσο και στο νοσοκομείο (που νοσηλευόταν ο ένας σύντροφος) κόσμος από τη γειτονία και από τον αγώνα εξέφραζε, με κάθε τρόπο, την αλληλεγγύη του.

Αυτή η επίθεση δεν ήταν ένα μεμονωμένο περιστατικό. Αντιθέτως, σε μια περίοδο έντονης κοινωνικής όξυνσης όπως ήταν εκείνη, η δράση παρακρατικών συμμοριών ενάντια σε πολιτικούς και κοινωνικούς χώρους αυξάνεται (παραδείγματα είναι οι επιθέσεις στο Θερσίτη στο Ίλιον, με εκρηκτικό μηχανισμό, οι εμπρησμοί στη Βίλα Αμαλίας στην Αχαρνών και στο Πραπόπουλο, στο Χαλάνδρι).

Πάγια τακτική του κράτους, σε τέτοιες περιόδους είναι να χρησιμοποιεί τους παρακρατικούς του μηχανισμούς, παράλληλα με τις κρατικές δυνάμεις καταστολής για να αναχαιτίσει τους αγώνες και να τρομοκρατήσει όσους συμμετέχουν σε αυτούς. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονταν και οι παραπάνω επιθέσεις. Ενώ ο παρακρατικός ρόλος αυτών των συμμοριών έγκειται και στο γεγονός ότι όλη αυτή η δράση γινόταν με την ανοχή και τη συνεργασία του κράτους, κυρίως μέσα από τις δυνάμεις καταστολής.
Εξόφθαλμα και ενδεικτικά παραδείγματα της αγαστής συνεργασίας τους ήταν η 2 Φλεβάρη του 2008 όπου χρυσαυγίτες (κάποιοι εκ των οποίων και υποψήφιοι) επιτίθονταν, μαζί τις διμοιρίες των ματ, σε αντιφασιστική διαδήλωση όπου και μαχαίρωσαν δύο διαδηλωτές. Το δεύτερο είναι το “πείραμα’’ του Αγ. Παντελεήμονα, όπου η χρυσή αυγή, χρησιμοποιώντας ως προμετωπίδα μια επιτροπή κατοίκων, αποτέλεσε, πάλι σε συνεργασία με την αστυνομία, το επιχειρησιακό κομμάτι στον κεντρικό κρατικό σχεδιασμό για την εκκαθάριση της περιοχής από τους μετανάστες.

 

Γυρίζοντας στην υπόθεσή μας, λίγη ώρα μετά την επίθεση στο Αντίπνοια, στην ίδια περιοχή, προσάγονται από την τροχαία δύο φασίστες που επέβαιναν σε μηχανάκι και αφού βρίσκουν πάνω τους δύο μαχαίρια και ένα τσεκούρι, ομολογούν ότι είναι μέλη της χρυσής αυγής και ότι συμμετείχαν στην επίθεση. Πρόκειται για τον Βασίλη Σιατούνη (ο οποίος υπήρξε και υποψήφιος της χ.α. στις προηγούμενες νομαρχιακές εκλογές) και τον Αθανάσιο Στράτο.

Οι κατηγορίες εις βάρος τους είναι πλημμεληματικού χαρακτήρα και από τον Ιούλιο του 2008 ξεκινάει μια διαδικασία στην οποία οι φασίστες ζητάνε συνέχεια αναβολές και αποφεύγουν την παρουσία τους στα δικαστήρια, καθώς εκεί δέχονται την οργή συντρόφων και αγωνιστών και δεν έχουν καμιά δημόσια στήριξη από μεριά του φασιστικού κόμματος.

Επί τρία χρόνια αυτή είναι η κατάσταση, μέχρι που στις 2 Μαΐου του 2011, μέρα που είχε οριστεί η δίκη, βρεθήκαμε αντιμέτωποι στην Ευελπίδων με ένα τάγμα εφόδου πρωτοκλασάτων στελεχών της ηγεσίας της χ.α. (μεταξύ των οποίων οι Λαγός και Κασιδιάρης), που παρ’ ότι δημόσια είχε αποποιηθεί τη σχέση της με το γεγονός, με την παρουσία τους ανέλαβε επί της ουσίας την πολιτική ευθύνη της συγκεκριμένης επίθεσης. Μετά από συμπλοκή τράπηκαν σε φυγή με τη συνοδεία ΜΑΤ και η δίκη έγινε ερήμην τους. Το αποτέλεσμα ήταν η αναβάθμιση του κατηγορητηρίου σε κακουργήματα και η παραπομπή της διαδικασίας στο μεικτό ορκωτό. Από τότε η υπόθεση θάφτηκε, σε μια περίοδο στην οποία γινόταν αβαντάρισμα της χρυσής αυγής σε όλα τα πεδία, συνθήκη που έδωσε καρπό μετά τις εκλογές του 2012.

Ένα χρόνο αργότερα, το Σεπτέμβριο του 2013, έγινε η “ξαφνική’’ δολοφονία του Παύλου Φύσσα από χρυσαυγίτη, συμβάν που έρχεται να χρησιμοποιηθεί, από το κράτος, κατά το δοκούν. Για επικοινωνιακούς λόγους αλλά και ενδοσυστημικούς ανταγωνισμούς (ψηφοθηρία, το κράτος διαχειριστής-εγγυητής της δημοκρατίας και η θεωρία των δύο άκρων), ανακαλύπτεται ο καθεστωτικός “αντιφασισμός’’ και “οι θεσμοί επιτέλους θα κάνουν τα δέοντα’’. Η δικαιοσύνη θα δικάσει, η αστυνομία θα συλλάβει, τα ΜΜΕ θα αποκαλύψουν και ο πολιτικός κόσμος θα απομονώσει!!!

Στο πλαίσιο αυτού του κυνικού πανηγυρισμού όπου συμμετέχουν όσοι έπεσαν από τα σύννεφα, θυμήθηκαν και πάλι την υπόθεσή μας, εντάσσοντάς την στη δικογραφία περί εγκληματικής οργάνωσης, προσπαθώντας με αυτό τον τρόπο να μας βάλουν στο παιχνίδι τους σαν χρήσιμα πιόνια. Στα τέλη του περασμένου Νοέμβρη κληθήκαμε στην ανακρίτρια ως μάρτυρες για την εν λόγω υπόθεση. Η παρουσία μας, επομένως ήταν υποχρεωτική, και η θέση μας δεν ήταν μόνο να βγάλουμε λόγο για το φασισμό και το παρακράτος αλλά επίσης να κάνουμε ξεκάθαρο ότι δεν δεχόμαστε να είμαστε κομμάτι του “καθεστωτικού αντιφασισμού”.

Το οικονομικό-πολιτικό σύστημα, δηλαδή ο καπιταλισμός και η δημοκρατία του, ευθύνεται για την ύπαρξη και την υποστήριξη του φασισμού, είτε στη μορφή του παρακράτους είτε στην πιο νομιμοποιημένη μορφή του σαν πολιτικό σχήμα. Μέσα από την συνολική κρίση και θέλοντας να διασφαλίσει την κυριαρχία του, το κράτος τροφοδοτεί τον κοινωνικό κανιβαλισμό, υιοθετεί ακροδεξιά ατζέντα, οξύνει την καταστολή (αναβαθμίζοντας το νομικό του οπλοστάσιο ποινικοποιώντας τους αγώνες, διώκοντας δριμεία τους αγωνιστές, ενισχύοντας την αστυνομία). Έτσι προμόταρε τη χρυσή αυγή όχι μόνο συγκαλύπτοντας τις επιθέσεις αλλά προωθώντας την και σε ιδεολογικό επίπεδο και, εν τέλει, βοηθώντας την μέσα σε δύο χρόνια να ανεδείχθη από την “αφάνεια’’ στο 7%. Οποιαδήποτε ρητορική λοιπόν περί αντιφασισμού, όταν προέρχεται από οποιοδήποτε μηχανισμό του κράτους, δεν μπορεί να μας θολώσει.

Ο αγώνας ενάντια στον καπιταλισμό είναι ταυτόχρονα και αγώνας ενάντια στο φασισμό και δίνεται στους δρόμους, στους χώρους εργασίας, στις γειτονιές, στις σχολές, στο περίγυρό μας. Εμείς οι από τα κάτω, μέσα από τους κοινωνικού- ταξικούς αγώνες στεκόμαστε απέναντι σε ένα πολύπλοκο και ισχυρό σύστημα, που προωθεί τις ανισότητες, την ιεραρχία και τους διαχωρισμούς. Ο κόσμος της ισότητας, της ελευθερίας και της αλληλεγγύης απέναντι στο κόσμο της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης.

 

Μετά από έξι χρόνια συνολικά, στις 19 Μάρτη του 2014 θα γίνει το δικαστήριο για την επίθεση στο στέκι . Όπως κάθε στιγμή από τη μέρα της επίθεσης, δεν θεωρούμε ότι αυτή η υπόθεση αφορά μονάχα εμάς. Από τη μία, γιατί αν στο στόχαστρο του παρακράτους τότε μπήκε το στέκι Αντίπνοια και τα πρόσωπα που το στηρίζουν, ήταν γιατί ήταν, είναι και θα είναι ένα από τα πολλά σημεία αναφοράς στον κοινωνικό-ταξικό αγώνα και από την άλλη  δεδομένου του περιεχομένου της δίκης και του ρόλου που θέλει το σύστημα να διαδραματίσει ώστε να εξυπηρετήσει τους σχεδιασμού του.

Γι’ αυτό καλούμε σε δημόσια κουβέντα συλλογικότητες και άτομα του αναρχικού- αντιεξουσιαστικού χώρου προκειμένου να οργανώσουμε την παρουσία μας στα δικαστήρια, να καθορίσουμε τους όρους με βάση τους οποίους χρησιμοποιούμε τους θεσμούς ώστε να διασφαλίσουμε πως δεν θα γίνει πεδίο σπέκουλας του κράτους, της καθεστωτικής αριστεράς και βορά στα κοράκια της δημοσιογραφίας και να αναδείξουμε τη στάση μας απέναντι στο αντίπαλο στρατόπεδο.

Γιατί ο αγώνας μας δεν ξεκινά ούτε τελειώνει στις δικαστικές αίθουσες της αστικής δικαιοσύνης. Αντίθετα χτίζεται, παλεύεται, ομορφαίνει και χειραφετείται στις δομές αλληλεγγύης, ισότητας και ελευθερίας.

 

Ο ΑΓΩΝΑΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΦΑΣΙΣΜΟ ΕΙΝΑΙ ΑΓΩΝΑΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ.

Ο ΦΑΣΙΣΜΟΣ ΤΣΑΚΙΖΕΤΑΙ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ.